Για τις 11 Φεβρουαρίου 2006 είχαν οριστεί οι εκλογές της Ένωσης Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων (http://www.eaedyn.gr/), του συνδικαλιστικού σωματείου που είχε λάβει την έγκριση του Πρωτοδικείου Αθηνών (http://www.eaedyn.gr/apofasi.htm οφείλουμε να τιμήσουμε την πρωτοδίκη που με μία εκτεταμένη απόφαση ενέκρινε το κατασταστικό http://www.eaedyn.gr/products.htm). Έναντι αυτής της απόφασης ασκήθηκε έφεση (http://eaed.blogspot.com/), από τον Εισαγγελέα κ. Ιωάννη Διώτη (εκτίμηση μας κατόπιν συνενόησης με την πολιτική ηγεσία της ΝΔ), ζήτημα για το οποίο (έφεση) ουδεμία αντίρρηση υπήρχε πέραν της νομικής διαφωνίας περί του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι των στρατιωτικών. Όμως τα ασφαλιστικά μέτρα, που ακολούθησαν, ήταν, κατά την άποψη μου πάντοτε, μία "συνταγματική εκτροπή".
Το θέμα ετέθη με την παρακάτω επιστολή http://syndesmossynergasiasmeloned.blogspot.com/2006/04/blog-post.html στον κ.Εισαγγελέα, αλλά και στον ΥΕΘΑ κ.Ευάγγελο Μεϊμαράκη (στον δεύτερο σε απάντηση του διαγγέλματος της επετείου του 2006 για την 21η Απριλίου), καθώς επίσης κοινοποίησα την επιστολή μου ως "ανοικτή" στον τύπο. Ούτε η επιστολή δημοσιεύθηκε (τουλάχιστο δεν το αντιλήφθηκα), ούτε απάντηση έλαβα ποτέ, ούτε αλλαγή πολιτικής επί του θέματος προέκυψε επί της υπουργίας του. Ίσως από ευγένεια κανείς δεν διαφώνησε με το περιεχομενο της, αντίθετα ορισμένοι εκφράστηκαν με ενθουσιασμό.
«Περί του καθήκοντος των στρατιωτικών, των δικαστικών και των πολιτικών
για τα δικαιώματα του ανθρώπου»
Τέσσερις δεκαετίες μετά την επταετία, έχουμε ξεχάσει τους πραγματικούς κινδύνους που απειλούν το πολίτευμα μας. Ο λόγος περί των δικαιωμάτων «του ανθρώπου, ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου…» που «…τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση τους. Οι κάθε είδους περιορισμοί… πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού…» (εννοεί επιφύλαξη στο σύνταγμα υπέρ του νόμου - σύνταγμα άρθρο 25 παράγραφος 1 / εφεξής: σ25§1).
Τα ανθρώπινα δικαιώματα, απολαμβάνουν στη χώρα μας την ύψιστη προστασία, καταλαμβάνοντας σημαντικό μέρος του Συντάγματος μας και μάλιστα στα πρώτα άρθρα αυτού (4-25). Το ίδιο το Σύνταγμα (σ48§1) είναι κατηγορηματικό ότι τα συνταγματικά δικαιώματα δεν υποχωρούν, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό συγκεκριμένους όρους που το ίδιο προσδιορίζει: «σε περίπτωση πολέμου, επιστράτευσης… ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και εάν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα, η Βουλή… ύστερα από πρόταση της κυβέρνησης… αναστέλλει την ισχύ… διατάξεων» του Συντάγματος, που ο «Πρόεδρος της δημοκρατίας δημοσιεύει την απόφαση της Βουλής… ορίζεται η διάρκεια ισχύος… η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις δεκαπέντε ημέρες».
Όμως κατά πόσο οι δικαστικοί, ως «κρατικά όργανα», προτάσσουν με ουσιαστικό τρόπο για την «ανεμπόδιστη και αποτελεσματική» διασφάλιση των συνταγματικών δικαιωμάτων; Κατά πόσο οι στρατιωτικοί, στην καθημερινή τους πρακτική εθίζονται στην προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι θα τα προστατέψουν εάν ποτέ χρειαστεί; Κατά πόσο η πολιτική ηγεσία (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) προκρίνουν τα παραπάνω ως άξονες πολιτικής; Μήπως ενίοτε αυτά υποχωρούν ενώπιον αντιλήψεων και σκοπιμοτήτων που θα ξεπεραστούν από τις ταχέως εξελισσόμενες κοινωνικές συνθήκες και θα καταδειχθούν ως μικροπολιτικές καιροσκοπικές και κοντόφθαλμες;
Θα επιχειρήσω, παρότι ημιμαθής φοιτητής της νομικής, να εξηγήσω ότι με την πρωτοβουλία ενός εισαγγελέα (και προφανώς εμβριθούς γνώστη της νομικής επιστήμης), με την αν μη τι άλλο (σιωπηρή) σύμφωνη γνώμη της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και τη στη συνέχεια συνδρομή της στρατιωτικής ηγεσίας αλλά και πολλών στρατιωτικών σε όλη την ιεραρχία οι στρατιωτικοί εθίζονται στην παρεμπόδιση της άσκησης ενός ανθρώπινου κοινωνικού δικαιώματος που κατωχειρώνεται στο Σύνταγμα αλλά και στη χάρτα του ΟΗΕ των δικαιωμάτων του ανθρώπου (1948) στο άρθρο 23§4: «καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του».
Τι γίνεται όμως όταν τίθεται υπό αμφισβήτηση ένα συνταγματικό δικαίωμα; λ.χ. όταν οι γνώμες των δικαστικών διίστανται ως προς το πεδίο εφαρμογής του. Τι γίνεται όταν ένα εννοούμενο καθήκον συγκρούεται με την τήρηση του συντάγματος; λ.χ. όταν οι στρατιωτικοί λαμβάνουν διαταγή να μην σεβαστούν ένα συνταγματικό δικαίωμα. Τι εφαρμόζεται όταν οι πολιτικοί (και όσοι ασκούν πολιτική) θέτουν προτεραιότητες υπεράνω των συνταγματικών διατάξεων; λ.χ. όταν αυτές φαίνονται να συγκρούονται με το καλώς ή κακώς ερμηνευόμενο εθνικό συμφέρον.
Κάπως έτσι δεν συνέβη και με την επταετία όταν κάποιοι έθεσαν υπεράνω του Συντάγματος, τις «εθνικές τους» προτεραιότητες και έκριναν επικίνδυνη την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων ορισμένων Ελλήνων; Τότε δεν ήταν που η πλειοψηφία των Ελλήνων σιώπησε, μεταξύ των οποίων και οι στρατιωτικοί (όχι περισσότερο υπεύθυνοι αλλά ως πιο αρμόδιοι οι έχοντες την ισχύ να αντιδράσουν πατριωτικά υπέρ του συντάγματος, όπως σ120§4 ορίζει); Ίσως με ανάλογο τρόπο και κάποιοι οι δικαστικοί να συναίνεσαν με τους πραξικοπηματίες και να υιοθέτησαν τις πολιτικές τους προτεραιότητες έναντι αυτού που το συνταγματικό τους καθήκον επέβαλε: «την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση» των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου.
Αλλά πως συντελείται από τους δικαστικούς (εισαγγελέα και πρωτοδίκη) η καταπάτηση ενός συνταγματικού δικαιώματος, όπου οι πολιτικοί σιωπούν ή ενδεχομένως ευνοούν ως μέρος της πολιτικής τους και μέσω της καταστολής του οποίου οι στρατιωτικοί εκπαιδεύονται, συνειδητά ή ασυνείδητα, στην χαλάρωση των αναγκαίων αντιστάσεων για τον σεβασμό των συνταγματικά κατωχειρωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Το δικαίωμα του συνδικαλισμού (χωρίς απεργία όπως το υιοθέτησαν οι Αξιωματικοί των ΕΔ) κατωχειρώνεται στο σ23§1: «Το κράτος λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεμπόδιστη άσκηση των συναφών με αυτή δικαιωμάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, μέσα στα όρια του νόμου».
Το χρονικό έχει ως εξής: Το αρμόδιο Πρωτοδικείο αναγνώρισε το δικαίωμα αυτό στους στρατιωτικούς με την έγκριση λειτουργίας της Ένωσης Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων, το καταστατικό της οποίας περιέχει μόνο ευγενείς σκοπούς που συνάδουν με το στρατιωτικό επάγγελμα και την ιδιότητα τους ως Αξιωματικών σε όφελος των Ενόπλων Δυνάμεων: «την συναδελφικότητα» (§1), «την ανάπτυξη και εξύψωση του επιπέδου τους» (§2), «την βελτίωση, προαγωγή και προστασία της θέσης τους ως πολιτών και εργαζομένων» (§3), «την επικοινωνία με το εξωτερικό» (§4) για τη συνεχή βελτίωση τους, «την υποβολή μελετών και προτάσεων» (§5), «την προάσπιση των συνταγματικά κατωχειρωμένων δικαιωμάτων» τους (§6) και «την ανάδειξη του ρόλου τους για την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και της προάσπισης του πολιτεύματος» (§7).
Ίσως η απόφαση του πρωτοδικείου να ήταν λάθος. Ίσως να μην ερμήνευσε σωστά το Σύνταγμα. Πρόκειται όμως αναμφίβολα για μία τελεσίδικη απόφαση που αναγνωρίζει ένα συνταγματικά κατωχειρωμένο δικαίωμα.
Φυσικά υφίσταται η δυνατότητα του αρμόδιου εισαγγελέα (ενεργώντας υπέρ της πολιτείας), να εφεσιβάλει στην απόφαση αυτή και ενδεχομένως να επιτύχει την ακύρωση της. Φυσικά, εάν πραγματικά ο αρμόδιος εισαγγελέας θεώρησε την απόφαση του πρωτοδικείου λανθασμένη, προς τιμή του την προσέβαλε και αναμένουμε με ενδιαφέρον την κρίση του Εφετείου επί του θέματος.
Έχει όμως ο Εισαγγελέας και όποιος άλλος δικαστής (πρωτοδίκης κλπ) που όλοι τους είναι κρατικά όργανα (κατά το προαναφερθέν σ25§1), το δικαίωμα να παρεμποδίζουν την άσκηση ενός συνταγματικού δικαιώματος (όσο αυτό είναι εν ισχύ) ή μήπως υποχρεούνται όλοι να «διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση τους» μέχρις ότου και εάν το αρμόδιο Εφετείο αποφασίσει διαφορετικά και πάψει να υφίσταται το συγκεκριμένο δικαίωμα για τους Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων;
Είναι τα ασφαλιστικά μέτρα κατάλληλο μέσο για την αναστολή (έστω και προσωρινή) ενός συνταγματικού δικαιώματος, για το οποίο το ίδιο το Σύνταγμα (σ25§1) προβλέπει ότι «οι κάθε είδους περιορισμοί… πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον…» όμως «…υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού…»!
Τι είναι πιο σημαντικό για την έννομη τάξη της χώρας μας; Η προσωρινή προστασία ενός ενδεχόμενα λανθασμένα αποδιδόμενου συνταγματικού δικαιώματος ή η καταπάτηση του, όταν αυτό αμφισβητείται για λόγους που ούτε περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα (λ.χ. η πειθαρχία που δεν αποτελεί ισχυρό συνταγματικά προστατευόμενο κοινωνικό αγαθό), ούτε προέκυψε λόγος ή υποψία απειθαρχίας που να ανησυχήσει κανέναν, ούτε κανείς κυβερνητικός παράγοντας ή η Βουλή φρόντισαν με κάποια επείγουσα διαδικασία (αντίστοιχη του επερχόμενου κινδύνου) να θεσπίσουν Νόμο που να ρυθμίζει διαφορετικά τα του συνδικαλισμού των Ενόπλων Δυνάμεων, παρότι η διαδικασία αναγνώρισης του δικαιώματος διήρκεσε σχεδόν ένα έτος ή ίσως και περισσότερο.
Όπως προανέφερα είμαι φοιτητής της νομικής και προφανώς η γνώμη μου δεν έχει την βαρύτητα ενός εισαγγελέα που εισηγήθηκε την αναστολή ενός συνταγματικού δικαιώματος με ασφαλιστικά μέτρα και του δικαστή που την αποδέχθηκε. Αλλά δικαιούμαι, με όλο το σεβασμό προς τον θεσμό που υπηρετούν, να διατυπώσω τον προβληματισμό μου ότι η προστασία του συμφέροντος της πολιτείας δεν είναι κατ’ ανάγκη εναντίον των Αξιωματικών που διεκδικούν να αξιοποιήσουν το συνταγματικό δικαίωμα του συνδικαλισμού για τη βελτίωση και του ίδιου του στρατεύματος. Συμφέρον της πολιτείας, που εκτιμώ ότι και ο εισαγγελέας και όλοι οι δικαστές (ως «κρατικά όργανα») οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους, είναι και υπέρ του ίδιου του Συντάγματος, της ίδιας της Πολιτείας μας, που επιτάσσει την προστασία των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, τα οποία δεν υποχωρούν παρά για λόγους και με διαδικασίες που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει.
Η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι η κινδυνολογούμενη απειθαρχία ή άλλοι λόγοι δεν βρίσκονται μέσα στο Σύνταγμα και ότι τα ασφαλιστικά μέτρα δεν είναι το προβλεπόμενο από το Σύνταγμα μέσο αναστολής συνταγματικού δικαιώματος.
Η ταπεινή μου γνώμη, ως φοιτητού της νομικής, είναι ότι το συνταγματικό δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι δεν μπορεί να ανασταλεί με κανένα άλλο μέσο πλην του αναφερόμενου στην σ48§1 «σε περίπτωση πολέμου… η Βουλή…», εκτός εάν και αφότου το Εφετείο ακυρώσει την απόφαση του Πρωτοδικείου και πάψει να αποτελεί συνταγματικά κατωχειρωμένο δικαίωμα και για τους στρατιωτικούς.
Ανησυχώ όμως περισσότερο, διότι δεν πρέπει οι στρατιωτικοί να εθίζονται στην καταστολή των συνταγματικών ελευθεριών. Τα μηνύματα που πρέπει να παίρνουν στον καθημερινό στρατιωτικό τους βίο, πρέπει να είναι απλά όσον αφορά τις συνταγματικές ελευθερίες, διότι δεν είναι απόφοιτοι της νομικής ούτε εμβριθείς αναλυτές της. Ας μην ξεχνάμε ότι απλοί στρατιώτες πριν από 40 χρόνια συνελάμβαναν την πολιτική μας ηγεσία και όχι πιο μακρυά από μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα συνέβησαν πρόσφατα από απλούς στρατιώτες εγκλήματα κατά πολιτών και η διεθνής κοινότητα ακόμη αναζητεί τους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες τους που τα διέταξαν.
Με τα ασφαλιστικά μέτρα κατά του συνδικαλισμού στις Ένοπλες Δυνάμεις, εκτιμώ ότι, όχι μόνο αντιμετωπίστηκε «γραφειοκρατικά» η ουσία του Συντάγματος, αλλά ακόμη πιο επικίνδυνα για το πολίτευμα μας, οι στρατιωτικοί μπήκαν στη γραμμή και διατάχθηκαν να κατανοήσουν ότι τα ατομικά και κοινωνικά συνταγματικά δικαιώματα είναι τόσο ασαφή που αναιρούνται και με άλλους τρόπους (εκτός της συνταγματικά προβλεπόμενης διαδικασίας) και πρέπει να πειθαρχούν σε όλους αυτούς τους τρόπους αρκεί να διατάσσονται από την ιεραρχία τους.
Ποιος πολίτης αναμένει, από αυτούς τους στρατιωτικούς, να σεβαστούν τα δικαιώματα των ανθρώπων, εάν ποτέ οι συγκυρίες τους οδηγήσουν σε παρόμοια διλλήματα, για τη ζωή, την τιμή, την αξιοπρέπεια τρίτων, όταν οι ίδιοι θα έχουν εκπαιδευτεί να διαγράφουν ή να υποχωρούν, έτσι απλά στην άσκηση ενός συνταγματικού δικαιώματος και αυτών των ιδίων, αρκεί να τους το διατάξει ο Διοικητής τους;
Αίρονται τα συνταγματικά δικαιώματα με την σιωπηρή έγκριση της πολιτικής ηγεσίας, την διαταγή των στρατιωτικών Διοικητών ή με τα ασφαλιστικά μέτρα; Στην Ελλάδα του 2006 αίρονται και ουδείς φαίνεται να ανησυχεί.
Προσωπικά ανησυχώ και αισθάνομαι ότι οφείλω να διατυπώσω την διαφωνία μου ως έκφραση της πατριωτικής μου υποχρέωσης, βάσει του σ120§4 για πνευματική αντίσταση στην πνευματική βία που αισθάνομαι ότι ασκείται στην επαγγελματική τάξη που ανήκω, η οποία «ευνουχίζεται» στην υποβάθμιση της σημασίας των συνταγματικών διατάξεων, οι οποίες υποχωρούν στις δικονομικές διαδικασίες και στις διαταγές των ανωτέρων.
Ελπίζω και εύχομαι ότι πράττετε το καλύτερο για την Πατρίδα μας, κι ας μην το κατανοώ.
Σας διαβεβαιώνω ότι τίποτε από τα παραπάνω δεν διατυπώνονται με υποτιμητική ή προσβλητική διάθεση και η πρόθεση μου είναι να προβληματίσω για κάτι που προσωπικά αντιλαμβάνομαι ότι βλάπτει τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Δημοκρατία.
Ο πιο πιστός σας στρατιώτης
Ιωάννης Μανομενίδης
Αξιωματικός Πολεμικής Αεροπορίας
Διακλαδικός Επιτελής
Φοιτητής Νομικής
Το θέμα ετέθη με την παρακάτω επιστολή http://syndesmossynergasiasmeloned.blogspot.com/2006/04/blog-post.html στον κ.Εισαγγελέα, αλλά και στον ΥΕΘΑ κ.Ευάγγελο Μεϊμαράκη (στον δεύτερο σε απάντηση του διαγγέλματος της επετείου του 2006 για την 21η Απριλίου), καθώς επίσης κοινοποίησα την επιστολή μου ως "ανοικτή" στον τύπο. Ούτε η επιστολή δημοσιεύθηκε (τουλάχιστο δεν το αντιλήφθηκα), ούτε απάντηση έλαβα ποτέ, ούτε αλλαγή πολιτικής επί του θέματος προέκυψε επί της υπουργίας του. Ίσως από ευγένεια κανείς δεν διαφώνησε με το περιεχομενο της, αντίθετα ορισμένοι εκφράστηκαν με ενθουσιασμό.
«Περί του καθήκοντος των στρατιωτικών, των δικαστικών και των πολιτικών
για τα δικαιώματα του ανθρώπου»
Τέσσερις δεκαετίες μετά την επταετία, έχουμε ξεχάσει τους πραγματικούς κινδύνους που απειλούν το πολίτευμα μας. Ο λόγος περί των δικαιωμάτων «του ανθρώπου, ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου…» που «…τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση τους. Οι κάθε είδους περιορισμοί… πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού…» (εννοεί επιφύλαξη στο σύνταγμα υπέρ του νόμου - σύνταγμα άρθρο 25 παράγραφος 1 / εφεξής: σ25§1).
Τα ανθρώπινα δικαιώματα, απολαμβάνουν στη χώρα μας την ύψιστη προστασία, καταλαμβάνοντας σημαντικό μέρος του Συντάγματος μας και μάλιστα στα πρώτα άρθρα αυτού (4-25). Το ίδιο το Σύνταγμα (σ48§1) είναι κατηγορηματικό ότι τα συνταγματικά δικαιώματα δεν υποχωρούν, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό συγκεκριμένους όρους που το ίδιο προσδιορίζει: «σε περίπτωση πολέμου, επιστράτευσης… ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και εάν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα, η Βουλή… ύστερα από πρόταση της κυβέρνησης… αναστέλλει την ισχύ… διατάξεων» του Συντάγματος, που ο «Πρόεδρος της δημοκρατίας δημοσιεύει την απόφαση της Βουλής… ορίζεται η διάρκεια ισχύος… η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις δεκαπέντε ημέρες».
Όμως κατά πόσο οι δικαστικοί, ως «κρατικά όργανα», προτάσσουν με ουσιαστικό τρόπο για την «ανεμπόδιστη και αποτελεσματική» διασφάλιση των συνταγματικών δικαιωμάτων; Κατά πόσο οι στρατιωτικοί, στην καθημερινή τους πρακτική εθίζονται στην προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι θα τα προστατέψουν εάν ποτέ χρειαστεί; Κατά πόσο η πολιτική ηγεσία (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) προκρίνουν τα παραπάνω ως άξονες πολιτικής; Μήπως ενίοτε αυτά υποχωρούν ενώπιον αντιλήψεων και σκοπιμοτήτων που θα ξεπεραστούν από τις ταχέως εξελισσόμενες κοινωνικές συνθήκες και θα καταδειχθούν ως μικροπολιτικές καιροσκοπικές και κοντόφθαλμες;
Θα επιχειρήσω, παρότι ημιμαθής φοιτητής της νομικής, να εξηγήσω ότι με την πρωτοβουλία ενός εισαγγελέα (και προφανώς εμβριθούς γνώστη της νομικής επιστήμης), με την αν μη τι άλλο (σιωπηρή) σύμφωνη γνώμη της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και τη στη συνέχεια συνδρομή της στρατιωτικής ηγεσίας αλλά και πολλών στρατιωτικών σε όλη την ιεραρχία οι στρατιωτικοί εθίζονται στην παρεμπόδιση της άσκησης ενός ανθρώπινου κοινωνικού δικαιώματος που κατωχειρώνεται στο Σύνταγμα αλλά και στη χάρτα του ΟΗΕ των δικαιωμάτων του ανθρώπου (1948) στο άρθρο 23§4: «καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του».
Τι γίνεται όμως όταν τίθεται υπό αμφισβήτηση ένα συνταγματικό δικαίωμα; λ.χ. όταν οι γνώμες των δικαστικών διίστανται ως προς το πεδίο εφαρμογής του. Τι γίνεται όταν ένα εννοούμενο καθήκον συγκρούεται με την τήρηση του συντάγματος; λ.χ. όταν οι στρατιωτικοί λαμβάνουν διαταγή να μην σεβαστούν ένα συνταγματικό δικαίωμα. Τι εφαρμόζεται όταν οι πολιτικοί (και όσοι ασκούν πολιτική) θέτουν προτεραιότητες υπεράνω των συνταγματικών διατάξεων; λ.χ. όταν αυτές φαίνονται να συγκρούονται με το καλώς ή κακώς ερμηνευόμενο εθνικό συμφέρον.
Κάπως έτσι δεν συνέβη και με την επταετία όταν κάποιοι έθεσαν υπεράνω του Συντάγματος, τις «εθνικές τους» προτεραιότητες και έκριναν επικίνδυνη την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων ορισμένων Ελλήνων; Τότε δεν ήταν που η πλειοψηφία των Ελλήνων σιώπησε, μεταξύ των οποίων και οι στρατιωτικοί (όχι περισσότερο υπεύθυνοι αλλά ως πιο αρμόδιοι οι έχοντες την ισχύ να αντιδράσουν πατριωτικά υπέρ του συντάγματος, όπως σ120§4 ορίζει); Ίσως με ανάλογο τρόπο και κάποιοι οι δικαστικοί να συναίνεσαν με τους πραξικοπηματίες και να υιοθέτησαν τις πολιτικές τους προτεραιότητες έναντι αυτού που το συνταγματικό τους καθήκον επέβαλε: «την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση» των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου.
Αλλά πως συντελείται από τους δικαστικούς (εισαγγελέα και πρωτοδίκη) η καταπάτηση ενός συνταγματικού δικαιώματος, όπου οι πολιτικοί σιωπούν ή ενδεχομένως ευνοούν ως μέρος της πολιτικής τους και μέσω της καταστολής του οποίου οι στρατιωτικοί εκπαιδεύονται, συνειδητά ή ασυνείδητα, στην χαλάρωση των αναγκαίων αντιστάσεων για τον σεβασμό των συνταγματικά κατωχειρωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Το δικαίωμα του συνδικαλισμού (χωρίς απεργία όπως το υιοθέτησαν οι Αξιωματικοί των ΕΔ) κατωχειρώνεται στο σ23§1: «Το κράτος λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεμπόδιστη άσκηση των συναφών με αυτή δικαιωμάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, μέσα στα όρια του νόμου».
Το χρονικό έχει ως εξής: Το αρμόδιο Πρωτοδικείο αναγνώρισε το δικαίωμα αυτό στους στρατιωτικούς με την έγκριση λειτουργίας της Ένωσης Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων, το καταστατικό της οποίας περιέχει μόνο ευγενείς σκοπούς που συνάδουν με το στρατιωτικό επάγγελμα και την ιδιότητα τους ως Αξιωματικών σε όφελος των Ενόπλων Δυνάμεων: «την συναδελφικότητα» (§1), «την ανάπτυξη και εξύψωση του επιπέδου τους» (§2), «την βελτίωση, προαγωγή και προστασία της θέσης τους ως πολιτών και εργαζομένων» (§3), «την επικοινωνία με το εξωτερικό» (§4) για τη συνεχή βελτίωση τους, «την υποβολή μελετών και προτάσεων» (§5), «την προάσπιση των συνταγματικά κατωχειρωμένων δικαιωμάτων» τους (§6) και «την ανάδειξη του ρόλου τους για την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και της προάσπισης του πολιτεύματος» (§7).
Ίσως η απόφαση του πρωτοδικείου να ήταν λάθος. Ίσως να μην ερμήνευσε σωστά το Σύνταγμα. Πρόκειται όμως αναμφίβολα για μία τελεσίδικη απόφαση που αναγνωρίζει ένα συνταγματικά κατωχειρωμένο δικαίωμα.
Φυσικά υφίσταται η δυνατότητα του αρμόδιου εισαγγελέα (ενεργώντας υπέρ της πολιτείας), να εφεσιβάλει στην απόφαση αυτή και ενδεχομένως να επιτύχει την ακύρωση της. Φυσικά, εάν πραγματικά ο αρμόδιος εισαγγελέας θεώρησε την απόφαση του πρωτοδικείου λανθασμένη, προς τιμή του την προσέβαλε και αναμένουμε με ενδιαφέρον την κρίση του Εφετείου επί του θέματος.
Έχει όμως ο Εισαγγελέας και όποιος άλλος δικαστής (πρωτοδίκης κλπ) που όλοι τους είναι κρατικά όργανα (κατά το προαναφερθέν σ25§1), το δικαίωμα να παρεμποδίζουν την άσκηση ενός συνταγματικού δικαιώματος (όσο αυτό είναι εν ισχύ) ή μήπως υποχρεούνται όλοι να «διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση τους» μέχρις ότου και εάν το αρμόδιο Εφετείο αποφασίσει διαφορετικά και πάψει να υφίσταται το συγκεκριμένο δικαίωμα για τους Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων;
Είναι τα ασφαλιστικά μέτρα κατάλληλο μέσο για την αναστολή (έστω και προσωρινή) ενός συνταγματικού δικαιώματος, για το οποίο το ίδιο το Σύνταγμα (σ25§1) προβλέπει ότι «οι κάθε είδους περιορισμοί… πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον…» όμως «…υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού…»!
Τι είναι πιο σημαντικό για την έννομη τάξη της χώρας μας; Η προσωρινή προστασία ενός ενδεχόμενα λανθασμένα αποδιδόμενου συνταγματικού δικαιώματος ή η καταπάτηση του, όταν αυτό αμφισβητείται για λόγους που ούτε περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα (λ.χ. η πειθαρχία που δεν αποτελεί ισχυρό συνταγματικά προστατευόμενο κοινωνικό αγαθό), ούτε προέκυψε λόγος ή υποψία απειθαρχίας που να ανησυχήσει κανέναν, ούτε κανείς κυβερνητικός παράγοντας ή η Βουλή φρόντισαν με κάποια επείγουσα διαδικασία (αντίστοιχη του επερχόμενου κινδύνου) να θεσπίσουν Νόμο που να ρυθμίζει διαφορετικά τα του συνδικαλισμού των Ενόπλων Δυνάμεων, παρότι η διαδικασία αναγνώρισης του δικαιώματος διήρκεσε σχεδόν ένα έτος ή ίσως και περισσότερο.
Όπως προανέφερα είμαι φοιτητής της νομικής και προφανώς η γνώμη μου δεν έχει την βαρύτητα ενός εισαγγελέα που εισηγήθηκε την αναστολή ενός συνταγματικού δικαιώματος με ασφαλιστικά μέτρα και του δικαστή που την αποδέχθηκε. Αλλά δικαιούμαι, με όλο το σεβασμό προς τον θεσμό που υπηρετούν, να διατυπώσω τον προβληματισμό μου ότι η προστασία του συμφέροντος της πολιτείας δεν είναι κατ’ ανάγκη εναντίον των Αξιωματικών που διεκδικούν να αξιοποιήσουν το συνταγματικό δικαίωμα του συνδικαλισμού για τη βελτίωση και του ίδιου του στρατεύματος. Συμφέρον της πολιτείας, που εκτιμώ ότι και ο εισαγγελέας και όλοι οι δικαστές (ως «κρατικά όργανα») οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους, είναι και υπέρ του ίδιου του Συντάγματος, της ίδιας της Πολιτείας μας, που επιτάσσει την προστασία των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, τα οποία δεν υποχωρούν παρά για λόγους και με διαδικασίες που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει.
Η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι η κινδυνολογούμενη απειθαρχία ή άλλοι λόγοι δεν βρίσκονται μέσα στο Σύνταγμα και ότι τα ασφαλιστικά μέτρα δεν είναι το προβλεπόμενο από το Σύνταγμα μέσο αναστολής συνταγματικού δικαιώματος.
Η ταπεινή μου γνώμη, ως φοιτητού της νομικής, είναι ότι το συνταγματικό δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι δεν μπορεί να ανασταλεί με κανένα άλλο μέσο πλην του αναφερόμενου στην σ48§1 «σε περίπτωση πολέμου… η Βουλή…», εκτός εάν και αφότου το Εφετείο ακυρώσει την απόφαση του Πρωτοδικείου και πάψει να αποτελεί συνταγματικά κατωχειρωμένο δικαίωμα και για τους στρατιωτικούς.
Ανησυχώ όμως περισσότερο, διότι δεν πρέπει οι στρατιωτικοί να εθίζονται στην καταστολή των συνταγματικών ελευθεριών. Τα μηνύματα που πρέπει να παίρνουν στον καθημερινό στρατιωτικό τους βίο, πρέπει να είναι απλά όσον αφορά τις συνταγματικές ελευθερίες, διότι δεν είναι απόφοιτοι της νομικής ούτε εμβριθείς αναλυτές της. Ας μην ξεχνάμε ότι απλοί στρατιώτες πριν από 40 χρόνια συνελάμβαναν την πολιτική μας ηγεσία και όχι πιο μακρυά από μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα συνέβησαν πρόσφατα από απλούς στρατιώτες εγκλήματα κατά πολιτών και η διεθνής κοινότητα ακόμη αναζητεί τους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες τους που τα διέταξαν.
Με τα ασφαλιστικά μέτρα κατά του συνδικαλισμού στις Ένοπλες Δυνάμεις, εκτιμώ ότι, όχι μόνο αντιμετωπίστηκε «γραφειοκρατικά» η ουσία του Συντάγματος, αλλά ακόμη πιο επικίνδυνα για το πολίτευμα μας, οι στρατιωτικοί μπήκαν στη γραμμή και διατάχθηκαν να κατανοήσουν ότι τα ατομικά και κοινωνικά συνταγματικά δικαιώματα είναι τόσο ασαφή που αναιρούνται και με άλλους τρόπους (εκτός της συνταγματικά προβλεπόμενης διαδικασίας) και πρέπει να πειθαρχούν σε όλους αυτούς τους τρόπους αρκεί να διατάσσονται από την ιεραρχία τους.
Ποιος πολίτης αναμένει, από αυτούς τους στρατιωτικούς, να σεβαστούν τα δικαιώματα των ανθρώπων, εάν ποτέ οι συγκυρίες τους οδηγήσουν σε παρόμοια διλλήματα, για τη ζωή, την τιμή, την αξιοπρέπεια τρίτων, όταν οι ίδιοι θα έχουν εκπαιδευτεί να διαγράφουν ή να υποχωρούν, έτσι απλά στην άσκηση ενός συνταγματικού δικαιώματος και αυτών των ιδίων, αρκεί να τους το διατάξει ο Διοικητής τους;
Αίρονται τα συνταγματικά δικαιώματα με την σιωπηρή έγκριση της πολιτικής ηγεσίας, την διαταγή των στρατιωτικών Διοικητών ή με τα ασφαλιστικά μέτρα; Στην Ελλάδα του 2006 αίρονται και ουδείς φαίνεται να ανησυχεί.
Προσωπικά ανησυχώ και αισθάνομαι ότι οφείλω να διατυπώσω την διαφωνία μου ως έκφραση της πατριωτικής μου υποχρέωσης, βάσει του σ120§4 για πνευματική αντίσταση στην πνευματική βία που αισθάνομαι ότι ασκείται στην επαγγελματική τάξη που ανήκω, η οποία «ευνουχίζεται» στην υποβάθμιση της σημασίας των συνταγματικών διατάξεων, οι οποίες υποχωρούν στις δικονομικές διαδικασίες και στις διαταγές των ανωτέρων.
Ελπίζω και εύχομαι ότι πράττετε το καλύτερο για την Πατρίδα μας, κι ας μην το κατανοώ.
Σας διαβεβαιώνω ότι τίποτε από τα παραπάνω δεν διατυπώνονται με υποτιμητική ή προσβλητική διάθεση και η πρόθεση μου είναι να προβληματίσω για κάτι που προσωπικά αντιλαμβάνομαι ότι βλάπτει τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Δημοκρατία.
Ο πιο πιστός σας στρατιώτης
Ιωάννης Μανομενίδης
Αξιωματικός Πολεμικής Αεροπορίας
Διακλαδικός Επιτελής
Φοιτητής Νομικής